«Έκλεισε για μια στιγμή τα μάτια του μήπως και ξαναδεί εκείνο το αγαπημένο σπίτι των παιδικών χρόνων στην Ιπποκράτους 100. Δεν το ’βλεπε. Ούτε άκουγε το θόρυβο του τραμ. Τώρα άκουγε μόνο ένα δαιμονισμένο αέρα που φυσούσε εκείνο το απόγευμα, λες κι ήθελε να σκορπίσει τις γλυκές αναμνήσεις του.»
Αυτή ήταν η πολύτιμη πέννα του Γιάννη Καιροφύλα. Χιλιάδες λέξεις που ανέδειξαν το πρόσωπο της Αθήνας που συχνά μένει στη σκιά: τις γειτονιές της, τα στέκια της, τους ανθρώπους που τη διαμόρφωσαν. Δεν περιορίστηκε στη μεγάλη ιστορία· αναζήτησε και διέσωσε την καθημερινότητα, το άρωμα, τη γεύση και τον παλμό μιας πόλης που άλλαζε.
Αυτό ήταν το μεγαλείο του: ότι έδωσε υπόσταση και αξία σε ό,τι άλλοι θα προσπερνούσαν ως ασήμαντο
Ο Γιάννης Καιροφύλας δεν υπήρξε απλώς ένας δημοσιογράφος ή ένας ιστοριοδίφης· υπήρξε ένας ακούραστος εργάτης της μνήμης, που κατέγραψε με μεράκι και αυθεντικότητα τις μικρές και μεγάλες στιγμές του τόπου μας. Τα βιβλία του –περισσότερα από τριάντα πέντε– δεν είναι απλώς τεκμήρια. Είναι πολύχρωμα ψηφιδωτά, που μαζί τους στήνεται ένας ολόκληρος κόσμος: η Αθήνα του 19ου αιώνα, οι άνθρωποι του μεσοπολέμου, οι καλλιτέχνες, οι παρέες, τα ήθη μιας άλλης εποχής.
Ο «Αθηναιομνήμων» -όπως ήταν το ψευδώνυμό του- δεν έγραφε για να εντυπωσιάσει, έγραφε για να μεταδώσει, για να κρατήσει ζωντανή τη μνήμη. Ως δημοσιογράφος υπηρέτησε τον Τύπο και το ραδιόφωνο με ήθος και συνέπεια. Κι αν τιμήθηκε πολλές φορές –από το Ίδρυμα Μπότση, τον Ελληνικό Ερυθρό Σταυρό, τον Δήμο Αθηναίων– αυτό που μένει σήμερα είναι η αναγνώριση του έργου του από τους απλούς ανθρώπους που διάβασαν τα κείμενά του και αναγνώρισαν μέσα τους τη δική τους ιστορία.
Ο Δήμος Φιλοθέης-Ψυχικού στον οποίο και διέμενε, είχε τη χαρά και την τιμή να τον βραβεύσει εν ζωή. Τότε, είχαμε πει ότι ένας Δήμος που θέλει να προχωρά, πρέπει να ξέρει να τιμά όσους κρατούν ζωντανή τη μνήμη. Σήμερα, η φράση αυτή αποκτά ακόμη μεγαλύτερο βάρος.
Τον αποχαιρετούμε με ευγνωμοσύνη.